top photo

Ιούλιος ο αλωνάρης ή αλωνιστής

proedros

Ο  μήνας  που το Οινοχώρι  έσφυζε από ζωή και οι ρεματιές αντιβούιζαν από τα γέλια και τα τραγούδια μικρών και μεγάλων! Ξεκινούσαν προτού να χαράξει για να προλάβουν νωπά τα στάχια, προτού να πιάσει η κάψα του καλοκαιριού. Δούλευαν  άντρες , γυναίκες, παιδιά, όλοι μαζί, με αγάπη και σύμπνοια.  Παραμέριζαν τις γκρίνιες μαζί με τη γρουσουζιά!

Το αλώνισμα ξεκινούσε στις αρχές του μήνα και κρατούσε μέχρι τις 20 περίπου, τη μέρα της γιορτής του Αι Λιά, να προλάβουν τις μεγάλες ζέστες ,το Σκυλοκαλόκαιρο, τις Κυνάδες μέρες όταν μαζί με τον ήλιο ανατέλει ο Σείριος, ο αστερισμός του μεγάλου Κυνός.  Τότε φουντώνει η ζέστη!

Τα αλώνια βρίσκονταν στις κορφές, στα υψώματα για να΄χουν συμπαραστάτη το βοριαδάκι. Αν χρειάζονταν περισσότερα χέρια, φίλοι και συγγενείς ερχόντουσαν να συνδράμουν.

Αλώνιζαν με τους αλωνιάτες, τα άλογα ,ως τις αρχές του ’50, όταν έφτασε η αλωνιστική μηχανή.  Το βράδι με το βοριαδάκι,  αφού το μαζεύανε με ξύλινα φτυάρια το λιχνάγανε στον αέρα, πάντα με το τραγούδι και την ευχή : «Η ώρα η καλή!»   Έτσι έφευγε το άχυρο και έμενε το στάρι, ο χρυσός καρπός.  15- 20 χωριανοί δούλευαν μαζί και ζούσαν μοναδικές στιγμές αδελφοσύνης σαν πανηγύρι, παρόλο τον κάματο.  Αν ξέμεναν πίσω στη δουλειά, το βράδι κοιμόντουσαν στην ύπαιθρο , στα αλώνια.  Μετά το λίχνισμα ερχόταν το κοσκίνισμα.  Ο καρπός έπεφτε σε ένα πανί στρωμένο στη γη.  Τα άχυρα θα γίνονταν τροφή των ζώων το χειμώνα ,ο καρπός θα μεταφέρονταν στο μύλο για άλεσμα.

Της Αγίας Παρασκευής (26 Ιουλίου), ερχόταν η μέρα του γλεντιού, το πανηγύρι στη Κουκουβίστα(Καλοσκοπή).  Μια πρώτη γεύση χαράς,  περιμένοντας το αποκορύφωμα του κεφιού, στο πανηγύρι της Παναγίας, το 15 Αύγουστο.

Και όταν σταματούσαν λίγο για να ξαποστάσουν, οι νοικοκυρές έφερναν φαγητό: ρουμελιώτικες πίτες, μπριάμ, ελιές, τυρί και απαραίτητα κρέας η κοτόπουλο.

 

Δημοτικό τραγούδι

Εδώ πέρα στ΄αντίπερα, στα πέτρινα τ΄αλώνια

Οπ’ αλωνίζουν δώδεκα και δεκα τρείς λιχνάνε,

Η Μάρω με τη βάβα της αργοκοιτάει τον ήλιο.

Μάρω μ’, της λέει η βάβα της, κάτσε κατά τον ίσκιο,

Να μη σε βρεί ο κουρνιαχτός, μη σε μαυρίσει ο ήλιος.

Κι η Μάρω στέκει ολόστητη κι αυτό το λόγο λέει:

Κι αν με ‘ ραχνιάσει ο κουρνιαχτός

Κι ‘αν με ραχνιάσει ο ήλιος

Εγώ τον πρώτο λιχνιστή άντρα μου θα τον πάρω.

 

 

Οδυσσέας Ελύτης

Κάτω στης μαργαρίτας

Τ΄αλωνάκι, στήσαν χορό

Τρελό τα μελισσόπουλα

Ιδρώνει ο ήλιος, τρέμει το νερό.

Στάχυα ψηλά λυγίζουνε το μελαμψό ουρανό.

Πέρα μέσα στα χρυσά νταριά

Κοιμούνται αγοροκόριτσα.  Ο ύπνος τους μυρίζει πυρκαγιά.

Στα δόντια τους ο ήλιος σπαρταράει.

Κάτω στης μαργαρίτας

Τ΄αλωνάκι

 

 

Απόσπασμα από τον «Μικρό Πρίγκιπα» του Saint – Exupery

Το σιτάρι που είναι χρυσό, θα με κάνει να σε σκέφτομαι.  Και θα μου αρέσει να ακούω τον αέρα ανάμεσα στα στάχυα.  Η αλεπού κοίταξε το Μικρό Πρίγκιπά : «Σε παρακαλώ εξημέρωσέ με !» είπε