top photo

Ιωάννης Βαρβάκης : Εθνικός ευεργέτης, πειρατής, πολυμήχανος έμπορος

proedros

Γεννήθηκε στα Ψαρά, στις 24 Ιουνίου 1745, με μαύρα γερακίσια μάτια και ορμητικό χαρακτήρα, γεγονός που οδήγησε στο να αποκτήσει το ψευδώνυμο Βαρβάκι – λέξη που στην νησιώτικη ντοπολαλιά σήμαινε γεράκι.  Το πραγματικό του επώνυμο ήταν Λεοντής.  Γιος σπουδαίου καραβοκύρη, νεαρός σε ηλικία, απέκτησε με την βοήθεια του πατέρα του δικό του εμπορικό πλοίο. Παράλληλα, επιδίδονταν στην πειρατεία κατά οθωμανικών πλοίων, σε συνεργασία με Ρώσους και Άγγλους.  Η αυστηροποίηση των μέτρων, όμως, της Οθωμανικής Πύλης, για τον περιορισμό της Ελληνικής Ναυτιλίας, τον οδήγησε να πωλήσει το πρώτο αυτό καράβι του.  Αγόρασε ένα καινούργιο και συνεργάστηκε με τον Ρώσο αντιναύαρχο Αλέξιο Ορλώφ, ο οποίος είχε προβεί στην επαναστατημένη Μάνη υποστηρίζοντας τους κατοίκους, ενάντια στους Οθωμανούς.

Στις 26 Ιουνίου 1770, στο κόλπο του Τσεσμέ, 25 μόλις χρόνων, ο Βαρβάκης θυσίασε το μονάκριβο καράβι του μετατρέποντάς το σε πυρπολικό, επιφέροντας μεγάλη καταστροφή στον Οθωμανικό στόλο.  Μετά την νικηφόρα αυτή ναυμαχία και την ήττα του Οθωμανικού στόλου, η αυτοκράτειρα της Ρωσίας, Αικατερίνη Β΄ για να τον τιμήσει, τον επέλεξε ως υπολοχαγό στον Αυτοκρατορικό στρατό της.  Ο ίδιος συνέχισε να πολεμά τους Οθωμανούς, ως επικεφαλής του Ψαριανού στόλου.

Οι Οθωμανοί Χιώτες ζήτησαν επίμονα την επικήρυξή του, έτσι αναγκάστηκε να ξενιτευτεί.  Συλλαμβάνεται, το πλοίο του δημεύεται και ο ίδιος φυλακίζεται στην τρομερή φυλακή της Κωνσταντινούπολης, Γεντί Κουλέ, από όπου ελευθερώνεται με την διαμεσολάβηση της Ρωσικής πρεσβείας.  Φτάνει στην Οδησσό, συνεχίζει για την Αγία Πετρούπολη πεζός και ανυπόδητος, έχοντας μαζί του την ιδιόχειρη συστατική επιστολή του Ρώσου πρέσβη προς τον Νικήτα Ιβάνοβιτς Πάνιν, διπλωμάτη και παιδαγωγό του αυτοκρατορικού διαδόχου.  Ο Πάνιν, εντυπωσιασμένος από την πολεμική δραστηριότητα του Ι. Βαρβάκη τον γνωρίζει στον πανίσχυρο Ποτέμκιν.  Η Αικατερίνη τον επιβραβεύει χρηματικά για την δράση του, του χορηγεί δεκαετή άδεια αλιείας και εμπορίας στην Κασπία και ξεκινά να του αναθέτει μία σειρά από μυστικές διπλωματικές αποστολές.

Σε ένα από τα ταξίδια του, Ρώσοι ψαράδες τον φιλεύουν αυγά οξύρυγχου – το αποκαλούμενο χαβιάρι.  Ενθουσιάζεται και αποφασίζει να το εξάγει στην Ελλάδα, γνωρίζοντας το πάθος των Ελλήνων για το αυγοτάραχο.  Μαθαίνει πως συντηρείται με ασφάλεια μόνο σε κιβώτια από ξύλο φλαμουριάς.  Τα μεταφέρει σε καμήλες ή σε ιστιοφόρα ως το Αστραχάν και στη συνέχεια, ως την Ελλάδα.  Το καλοκαίρι, τα συντηρεί σε ιδανική θερμοκρασία, σε σπηλιές μέσα στο βουνό.  Το Ελληνικό δαιμόνιο θριαμβεύει.  Το χαβιάρι (γαλλ.  caviar από τη λέξη σπήλαιο cave) γίνεται σιγά σιγά παγκόσμια μόδα.

Η ζύμωσή του με καλλιεργημένους κύκλους και η μετέγκατασταση  του κοντά στην Οδησσό κέντρο της Φιλικής Εταιρείας, συντείνουν στην πνευματική ανύψωση και την κοινωνική ευαισθητοποίηση του μελλοντικού ευεργέτη.  Χρηματοδοτεί την «αόρατη αρχή», τη Φιλική Εταιρεία, στη χώρα που τον ανέδειξε, τη Ρωσία, χτίζει σχολείο, κατασκευάζει την διώρυγα του Αστραχάν η οποία ως σήμερα φέρει τιμητικά το όνομά του,  τάσσεται κατά της δουλεμπορίας και αρνείται πεισματικά να έχει σκλάβους στην ιδιοκτησία του.

Παρότι το ξέσπασμα της Ελληνικής επανάστασης τον βρίσκει γηραιό, με δικά του έξοδα εξοπλίζει τους ομογενείς του που πολεμούν υπό τον Υψηλάντη, εξαγοράζει Έλληνες αιχμαλώτους, ενισχύει τους συμπατριώτες του με οπλισμό και τρόφιμα, στην Μολδοβλαχία και την Ελλάδα.  Στα 1824, επιστρέφει στην πατρίδα του την Ελλάδα για να συνεισφέρει.  Οι εμφύλιες διαμάχες και η καταστροφή των Ψαρών τον καταρρακώνουν.  Κατηγορείται ως Ρωσόφιλος για την πρότασή του υπέρ του Ιωάννη Καποδίστρια στην θέση του πρωθυπουργού της Ελλάδας.  Καθοδόν προς την γενέτειρά του, τα Ψαρά, επιστρέφοντας από την Βιέννη, διαμένει για δύο μήνες στην Ζάκυνθο όπου γνωρίζεται προσωπικά με τον Διονύσιο Σολωμό.  Αναφέρεται ότι ο Εθνικός μας ποιητής επηρεάστηκε από την βαθιά θλίψη του Βαρβάκη, προτού συνθέσει τους ανυπέρβλητους στίχους :

«Στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη». Λίγο αργότερα ο Ιωάννης Βαρβάκης, άφησε την τελευταία του πνοή στις 10/1/1825, στο λοιμοκαθαρτήριο της Ζακύνθου.

Η Ελλάδα τον τίμησε με ανδριάντα, στον κήπο του Ζαππείου.  Στο δεξί χέρι κρατά την διαθήκη του, σύμφωνα με την οποία δωρίζει σημαντικό κομμάτι της περιουσίας του στο ελληνικό κράτος, για την ανέγερση σχολείων.  Πράγματι, στα 1859, ολοκληρώνεται η κατασκευή σχολείου, κοντά στην οδό Αθηνάς. Η συνύπαρξη του διδακτηρίου, με τους γύρω πάγκους των μικροπωλητών, οδηγεί τον δήμαρχο Κ. Κοτζιά (1939) να αποφασίσει την μετεγκατάσταση του ιδρύματος σε άλλο σημείο.  Στα Δεκεμβριανά (1944), το κτήριο πυρπολείται, και λίγο μετά η Βαρβάκειος Σχολή  εγκαθίσταται  στο Ψυχικό.   Εθιμοτυπικά όμως, η Κεντρική αγορά της Αθήνας, υιοθέτησε το όνομα του Έλληνα ευεργέτη, το οποίο και διατηρεί έως σήμερα.

Προτάσεις

  • Ιωάννης Βαρβάκης – ο πατριώτης, Βασίλης Ασημομύτης, εκδόσεις Κάκτος 2001
  • Αφιέρωμα του αρχείου της ΕΡΤ στον Ιωάννη Βαρβάκη
  • Ταινία του Γιάννη Σμαραγδή, Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι, 2012